Διαβάστε περισσότερα
Ακολουθεί συνέντευξη της κ. Λαμπροπούλου, που μας παραχώρησε για τη στήλη των διακεκριμένων απόφοιτων του κοινωνικού δικτύου του Πανεπιστημίου Πατρών:
1.Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με τον καλλιτεχνικό χώρο μέσω της υποκριτικής και του θεάτρου; Υπήρχαν αντίστοιχα παιδικά ερεθίσματα;
Μ.Λ..: Η απόφαση αυτή ήρθε, μπορώ να πω, την τελευταία στιγμή. Ήμουν ένα παιδί με πολλά ενδιαφέροντα και μαθησιακά δυνατή σε πολλά αντικείμενα. Ευαισθησία προς την τέχνη είχα από πολύ μικρή, αλλά δεν την φανταζόμουν ως επάγγελμα. Η λέξη «επάγγελμα» είναι ελκυστική, καθώς σου δίνει μία ταυτότητα σημαντική, αλλά μπορεί να γίνει και ‘εγκλωβιστική’, αν κάνεις λάθος. Αποφάσισα μετά από… εσωτερικές διαβουλεύσεις τη θεατρολογία, όταν πια δε γινόταν να αναβάλω την απόφαση. Η σκέψη ήταν απλή: αφού δεν μπορώ να αποφασίσω να αφιερωθώ σε ένα μόνο από τα πράγματα που μου αρέσουν, θα διαλέξω μία δεύτερη ολόκληρη ζωή, σαν αυτή που υπόσχεται το θέατρο, χωρίς να αποκλείσω φυσικά την επιστήμη, που αγαπούσα. Έτσι ξεκίνησα. Η συνέχεια με οδήγησε να συγκεντρωθώ στην πρακτική του θεάτρου, στην υποκριτική και σκηνοθεσία. Λίγο με οδήγησε η ζωή, λίγο την οδήγησα εγώ.
2.Αν είχαμε τη δυνατότητα να μας ξεναγήσετε στο Τμήμα Αποφοίτησής σας, δηλαδή στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, ποιες γωνιές του θα μας παρουσιάζατε;
Μ.Λ.: Εμείς κάναμε μάθημα στο υπόγειο των κτηρίου του Βιολογικού. Λίγο παραπέρα ήταν το λεβητοστάσιο, όχι πολύ καθαρό, όπου μάλιστα μια φορά ένας συμφοιτητής μου είχε τη λεπτότητα να μου δείξει το πτώμα ενός αρουραίου. Αυτό το λέω χαριτολογώντας, η κατάσταση δεν ήταν τόσο ζοφερή, αντιθέτως. Υπήρχε μάλιστα και ένα θεατράκι στο οποίο κάναμε κάποια από τα μαθήματα. Αγαπούσαμε τις αίθουσές μας και ήμασταν πολύ δεμένοι μεταξύ μας, σαράντα φοιτητές όλοι κι όλοι, η πρώτη φουρνιά του τμήματος, που μόλις είχε ξεκινήσει τη λειτουργία του.
3.Όταν είχατε ελεύθερο χρόνο από τις διαλέξεις και το διάβασμα πού καταφεύγατε για να γεμίσετε τις μπαταρίες; Αγαπημένο θεατρικό στέκι στην Πάτρα;
Μ.Λ.: Στην Πάτρα το θέατρο γινόταν παντού, στα στέκια, στις παρέες, στις βόλτες στο κάστρο και στο Αρχαίο Ωδείο, στα μεζεδοπωλεία, στον Μώλο, σε θρυλικά μπαράκια όπως ο Νότος. Διαβάζαμε Μπέκετ, Σαίξπηρ, φτιάχναμε μικρές παραστάσεις, ντανταϊστικά ποιήματα, βραδιές καμπαρέ με κείμενα γερμανικού εξπρεσιονισμού. Φυσικά, το θέατρο Απόλλων, με την απαράμιλλη αρχιτεκτονική του Τσίλλερ, μία μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, μας εντυπωσίαζε. Αλλά μας άρεσε να ανακαλύπτουμε και εναλλακτικότερους θεατρικούς χώρους, όπως η εξαιρετική «Υψικάμινος», χωρίς να αποκλείουμε και αναζητήσεις στον ιστό της πόλης, πχ τα σκαλιά της Αγίου Νικολάου.
4.Έχετε συμμετάσχει σε ξεχωριστές παραγωγές που έχουν αγαπηθεί πολύ από το κοινό. Φέτος πρωταγωνιστείτε σε ένα πολυαγαπημένο σίριαλ που μας έχει καθηλώσει. Μιλήστε μας για μία τυπική ημέρα από τον χώρο εργασίας σας.
Μ.Λ.: Το γύρισμα συνήθως ξεκινά πολύ νωρίς το πρωί, στις 08:00 και τελειώνει δέκα ώρες μετά. Κάποιες φορές τα γυρίσματα είναι νυχτερινά, αλλά αυτό δεν είναι το συνηθέστερο. Σε μία μέρα γυρίζουμε πολλές σκηνές από διαφορετικά επεισόδια, οπότε είναι σε μεγάλο βαθμό ευθύνη του ηθοποιού να κρατάει το λεγόμενο «ψυχικό ρακόρ», δηλαδή όταν οι σκηνές μπουν στη σωστή σειρά, να μην είναι ανακόλουθο το συναίσθημα και το νόημα της σκηνής σε σχέση με τις προηγούμενες και τις επόμενες. Οι πρόβες στην τηλεόραση είναι ανύπαρκτες. Δηλαδή γίνεται μία πρόβα και λήψη. Οι λήψεις της κάθε σκηνής είναι τυπικά δύο: κοντινό και γενικό πλάνο, οπότε καλείσαι να επαναλάβεις ό,τι έκανες (ερμηνευτικά, συναισθηματικά, κινησιολογικά), έτσι ώστε στο μοντάζ να δένουν τα πλάνα. Υπάρχει ένα μισάωρο διάλειμμα για φαγητό. Είναι όμορφη διαδικασία, παρόλο που ακούγεται -και σε ένα βαθμό είναι- πολύ βιομηχανοποιημένη. Είμαστε δεμένοι όλοι ως ομάδα, δουλεύοντας συνέχεια με την αδρεναλίνη ψηλά, για να βγει η απαιτητική δουλειά ενός καθημερινού σήριαλ που καθ’ ολοκληρίαν σε εξωτερικούς χώρους.
5.Με δυο-τρεις λέξεις τί πιστεύετε ότι προσφέρει σε έναν ηθοποιό, το θέατρο, η τηλεόραση και ο κινηματογράφος.
Μ.Λ.: Δε θα πω τι προσφέρουν ως αποτέλεσμα, αλλά ως διαδικασία. Το θέατρο θεωρείται παραδοσιακά το κατ’ εξοχήν πεδίο δράσης του ηθοποιού, μια που η επαφή του με το κοινό είναι αδιαμεσολάβητη. Ο ίδιος φαίνεται να έχει τον έλεγχο των μέσων του ρυθμού, του χρόνου, και των αναλογιών που χρησιμοποιεί στο παίξιμό του. Και σε ένα βαθμό είναι έτσι. Στο θέατρο είναι η επανάληψη που δίνει την ελευθερία στον ηθοποιό και οι πολλές πρόβες που ανοίγουν ένα δρόμο να βρεις μη αναμενόμενα πράγματα στην ερμηνεία. Επίσης, ο ηθοποιός χτίζει την παράσταση στιγμή τη στιγμή σε σχέση με το ζωντανό κοινό και τις αντιδράσεις των θεατών, τις αναπνοές τους.
Στο σινεμά, η κάμερα με τους διάφορους φακούς της και το μοντάζ είναι πανίσχυροι μεσολαβητές, που καθορίζουν όχι μόνο τη σύνδεση των σκηνών, αλλά και τη νοηματοδοσία της δράσης του ηθοποιού. Όλο αυτό είναι μία γοητευτική διαδικασία. Η κάμερα πλησιάζει τόσο, ώστε το πρόσωπο γίνεται τοπίο, σχεδόν καταγράφεται η ίδια η σκέψη του ηθοποιού. Βέβαια, το μοντάζ μπορεί να αντικαταστήσει το νόημά της με κάποιο άλλο. Το κοινό απουσιάζει από τη δημιουργική διαδικασία, όμως η κάμερα το υπονοεί στη συνείδηση του ηθοποιού.
Για την τηλεόραση μίλησα πριν. Δίνει την ελευθερία που μερικές φορές παρέχει η «προχειρότητα», η ταχύτητα δηλαδή να αποδώσεις τα μέγιστα, χωρίς να αναλύσεις επί μακρόν.
6.Μοιραστείτε μαζί μας ό,τι θέλετε να καταθέσετε για τα φοιτητικά σας χρόνια στο Πανεπιστήμιο Πατρών ή όποιες άλλες σκέψεις θέλετε ενδεχομένως αναφορικά με την Επιστήμη σας.
Μ.Λ.: Τα φοιτητικά χρόνια στην Πάτρα είναι αξέχαστη εμπειρία κυρίως για την όσμωση που γίνεται στο Πανεπιστήμιο και στα φοιτητικά στέκια μεταξύ φοιτητών από διαφορετικές σχολές και κατευθύνσεις. Δημιουργείται μια αλληλεπίδραση γνώσης και εμπειριών που βαθαίνει την εκπαιδευτική διαδικασία στο ξεκίνημα της ενήλικης ζωής.
Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων, Εθιμοτυπίας και Εκδηλώσεων, Πανεπιστήμιο Πατρών
Ακολουθεί συνέντευξη της κ. Λαμπροπούλου, που μας παραχώρησε για τη στήλη των διακεκριμένων απόφοιτων του κοινωνικού δικτύου του Πανεπιστημίου Πατρών:
1.Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με τον καλλιτεχνικό χώρο μέσω της υποκριτικής και του θεάτρου; Υπήρχαν αντίστοιχα παιδικά ερεθίσματα;
Μ.Λ..: Η απόφαση αυτή ήρθε, μπορώ να πω, την τελευταία στιγμή. Ήμουν ένα παιδί με πολλά ενδιαφέροντα και μαθησιακά δυνατή σε πολλά αντικείμενα. Ευαισθησία προς την τέχνη είχα από πολύ μικρή, αλλά δεν την φανταζόμουν ως επάγγελμα. Η λέξη «επάγγελμα» είναι ελκυστική, καθώς σου δίνει μία ταυτότητα σημαντική, αλλά μπορεί να γίνει και ‘εγκλωβιστική’, αν κάνεις λάθος. Αποφάσισα μετά από… εσωτερικές διαβουλεύσεις τη θεατρολογία, όταν πια δε γινόταν να αναβάλω την απόφαση. Η σκέψη ήταν απλή: αφού δεν μπορώ να αποφασίσω να αφιερωθώ σε ένα μόνο από τα πράγματα που μου αρέσουν, θα διαλέξω μία δεύτερη ολόκληρη ζωή, σαν αυτή που υπόσχεται το θέατρο, χωρίς να αποκλείσω φυσικά την επιστήμη, που αγαπούσα. Έτσι ξεκίνησα. Η συνέχεια με οδήγησε να συγκεντρωθώ στην πρακτική του θεάτρου, στην υποκριτική και σκηνοθεσία. Λίγο με οδήγησε η ζωή, λίγο την οδήγησα εγώ.
2.Αν είχαμε τη δυνατότητα να μας ξεναγήσετε στο Τμήμα Αποφοίτησής σας, δηλαδή στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, ποιες γωνιές του θα μας παρουσιάζατε;
Μ.Λ.: Εμείς κάναμε μάθημα στο υπόγειο των κτηρίου του Βιολογικού. Λίγο παραπέρα ήταν το λεβητοστάσιο, όχι πολύ καθαρό, όπου μάλιστα μια φορά ένας συμφοιτητής μου είχε τη λεπτότητα να μου δείξει το πτώμα ενός αρουραίου. Αυτό το λέω χαριτολογώντας, η κατάσταση δεν ήταν τόσο ζοφερή, αντιθέτως. Υπήρχε μάλιστα και ένα θεατράκι στο οποίο κάναμε κάποια από τα μαθήματα. Αγαπούσαμε τις αίθουσές μας και ήμασταν πολύ δεμένοι μεταξύ μας, σαράντα φοιτητές όλοι κι όλοι, η πρώτη φουρνιά του τμήματος, που μόλις είχε ξεκινήσει τη λειτουργία του.
3.Όταν είχατε ελεύθερο χρόνο από τις διαλέξεις και το διάβασμα πού καταφεύγατε για να γεμίσετε τις μπαταρίες; Αγαπημένο θεατρικό στέκι στην Πάτρα;
Μ.Λ.: Στην Πάτρα το θέατρο γινόταν παντού, στα στέκια, στις παρέες, στις βόλτες στο κάστρο και στο Αρχαίο Ωδείο, στα μεζεδοπωλεία, στον Μώλο, σε θρυλικά μπαράκια όπως ο Νότος. Διαβάζαμε Μπέκετ, Σαίξπηρ, φτιάχναμε μικρές παραστάσεις, ντανταϊστικά ποιήματα, βραδιές καμπαρέ με κείμενα γερμανικού εξπρεσιονισμού. Φυσικά, το θέατρο Απόλλων, με την απαράμιλλη αρχιτεκτονική του Τσίλλερ, μία μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, μας εντυπωσίαζε. Αλλά μας άρεσε να ανακαλύπτουμε και εναλλακτικότερους θεατρικούς χώρους, όπως η εξαιρετική «Υψικάμινος», χωρίς να αποκλείουμε και αναζητήσεις στον ιστό της πόλης, πχ τα σκαλιά της Αγίου Νικολάου.
4.Έχετε συμμετάσχει σε ξεχωριστές παραγωγές που έχουν αγαπηθεί πολύ από το κοινό. Φέτος πρωταγωνιστείτε σε ένα πολυαγαπημένο σίριαλ που μας έχει καθηλώσει. Μιλήστε μας για μία τυπική ημέρα από τον χώρο εργασίας σας.
Μ.Λ.: Το γύρισμα συνήθως ξεκινά πολύ νωρίς το πρωί, στις 08:00 και τελειώνει δέκα ώρες μετά. Κάποιες φορές τα γυρίσματα είναι νυχτερινά, αλλά αυτό δεν είναι το συνηθέστερο. Σε μία μέρα γυρίζουμε πολλές σκηνές από διαφορετικά επεισόδια, οπότε είναι σε μεγάλο βαθμό ευθύνη του ηθοποιού να κρατάει το λεγόμενο «ψυχικό ρακόρ», δηλαδή όταν οι σκηνές μπουν στη σωστή σειρά, να μην είναι ανακόλουθο το συναίσθημα και το νόημα της σκηνής σε σχέση με τις προηγούμενες και τις επόμενες. Οι πρόβες στην τηλεόραση είναι ανύπαρκτες. Δηλαδή γίνεται μία πρόβα και λήψη. Οι λήψεις της κάθε σκηνής είναι τυπικά δύο: κοντινό και γενικό πλάνο, οπότε καλείσαι να επαναλάβεις ό,τι έκανες (ερμηνευτικά, συναισθηματικά, κινησιολογικά), έτσι ώστε στο μοντάζ να δένουν τα πλάνα. Υπάρχει ένα μισάωρο διάλειμμα για φαγητό. Είναι όμορφη διαδικασία, παρόλο που ακούγεται -και σε ένα βαθμό είναι- πολύ βιομηχανοποιημένη. Είμαστε δεμένοι όλοι ως ομάδα, δουλεύοντας συνέχεια με την αδρεναλίνη ψηλά, για να βγει η απαιτητική δουλειά ενός καθημερινού σήριαλ που καθ’ ολοκληρίαν σε εξωτερικούς χώρους.
5.Με δυο-τρεις λέξεις τί πιστεύετε ότι προσφέρει σε έναν ηθοποιό, το θέατρο, η τηλεόραση και ο κινηματογράφος.
Μ.Λ.: Δε θα πω τι προσφέρουν ως αποτέλεσμα, αλλά ως διαδικασία. Το θέατρο θεωρείται παραδοσιακά το κατ’ εξοχήν πεδίο δράσης του ηθοποιού, μια που η επαφή του με το κοινό είναι αδιαμεσολάβητη. Ο ίδιος φαίνεται να έχει τον έλεγχο των μέσων του ρυθμού, του χρόνου, και των αναλογιών που χρησιμοποιεί στο παίξιμό του. Και σε ένα βαθμό είναι έτσι. Στο θέατρο είναι η επανάληψη που δίνει την ελευθερία στον ηθοποιό και οι πολλές πρόβες που ανοίγουν ένα δρόμο να βρεις μη αναμενόμενα πράγματα στην ερμηνεία. Επίσης, ο ηθοποιός χτίζει την παράσταση στιγμή τη στιγμή σε σχέση με το ζωντανό κοινό και τις αντιδράσεις των θεατών, τις αναπνοές τους.
Στο σινεμά, η κάμερα με τους διάφορους φακούς της και το μοντάζ είναι πανίσχυροι μεσολαβητές, που καθορίζουν όχι μόνο τη σύνδεση των σκηνών, αλλά και τη νοηματοδοσία της δράσης του ηθοποιού. Όλο αυτό είναι μία γοητευτική διαδικασία. Η κάμερα πλησιάζει τόσο, ώστε το πρόσωπο γίνεται τοπίο, σχεδόν καταγράφεται η ίδια η σκέψη του ηθοποιού. Βέβαια, το μοντάζ μπορεί να αντικαταστήσει το νόημά της με κάποιο άλλο. Το κοινό απουσιάζει από τη δημιουργική διαδικασία, όμως η κάμερα το υπονοεί στη συνείδηση του ηθοποιού.
Για την τηλεόραση μίλησα πριν. Δίνει την ελευθερία που μερικές φορές παρέχει η «προχειρότητα», η ταχύτητα δηλαδή να αποδώσεις τα μέγιστα, χωρίς να αναλύσεις επί μακρόν.
6.Μοιραστείτε μαζί μας ό,τι θέλετε να καταθέσετε για τα φοιτητικά σας χρόνια στο Πανεπιστήμιο Πατρών ή όποιες άλλες σκέψεις θέλετε ενδεχομένως αναφορικά με την Επιστήμη σας.
Μ.Λ.: Τα φοιτητικά χρόνια στην Πάτρα είναι αξέχαστη εμπειρία κυρίως για την όσμωση που γίνεται στο Πανεπιστήμιο και στα φοιτητικά στέκια μεταξύ φοιτητών από διαφορετικές σχολές και κατευθύνσεις. Δημιουργείται μια αλληλεπίδραση γνώσης και εμπειριών που βαθαίνει την εκπαιδευτική διαδικασία στο ξεκίνημα της ενήλικης ζωής.
Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων, Εθιμοτυπίας και Εκδηλώσεων, Πανεπιστήμιο Πατρών