Διαβάστε περισσότερα
O Δρ. Αριστοφάνης (Άρης) Στεφάτος είναι απόφοιτος του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, από όπου κατέχει πτυχίο στη Γεωλογία, μεταπτυχιακό δίπλωμα στην Περιβαλλοντική Ωκεανογραφία και διδακτορικό (PhD) στη Γεωλογία και τη Γεωφυσική. Όλες του οι σπουδές στο δημόσιο ελληνικό Πανεπιστήμιο, όπως μας τόνισε. Τα τελευταία 20 χρόνια εργάζεται
σε υψηλόβαθμες θέσεις στον κλάδο της Ενέργειας και των Υδρογονανθράκων στη Νορβηγία και στην Ελλάδα, ενώ έχει διατελέσει ιδρυτικό μέλος πέντε νορβηγικών εταιρειών με δραστηριότητα στον ευρύτερο κλάδο της Ενέργειας.
Από τον Ιούλιο του 2020 υπηρετεί ως Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) που είναι αρμόδια για τον σχεδιασμό, την αδειοδότηση και τη διαχείριση κομβικών ενεργειακών πόρων και τεχνολογιών που θα συμβάλλουν στη μετάβαση της Ελλάδας σε ένα στιβαρό και βιώσιμο ενεργειακό σύστημα.
Ως απόφοιτος του Πανεπιστημίου Πατρών, ποιες στιγμές από τη διάρκεια των σπουδών σας ξεχωρίζετε;
Από τις πιο ξεχωριστές στιγμές υπήρξε η πρώτη φορά που συμμετείχα σε θαλάσσια γεωλογική έρευνα. Αυτό το οποίο την έκανε πολύ ιδιαίτερη στιγμή ήταν το ότι εκείνη την εποχή, με την ομάδα των καθηγητών κ. Γ. Φερεντίνου και κ. Γ. Παπαθεοδώρου, πήραμε μία μεταλλική μηχανότρατα τύπου Liberty και την μετατρέψαμε σε ωκεανογραφικό σκάφος, εξοπλίζοντάς την με συσκευές υψηλής τεχνολογίας χαρτογράφησης πυθμένα. Η όλη διαδικασία με γέμισε ικανοποίηση γιατί χρειάστηκε να κάνουμε όλη αυτή τη δουλειά μόνοι μας και ήταν πολύ εντυπωσιακό το πώς από ένα αλιευτικό σκάφος ξαφνικά είχαμε ένα μικρό ωκεανογραφικό! Η εμπειρία αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές με την ομάδα αυτή σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και έφτασε μέχρι και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου χαρτογραφούσαμε για λογαριασμό της γαλλικής αρχαιολογικής αποστολής την παράκτια ζώνη της Αλεξάνδρειας, αναζητώντας τα βυθισμένα ανάκτορα της Κλεοπάτρας. Αυτό έδωσε και μια διεθνή διάσταση στις ερευνητικές δραστηριότητες που είχαμε εκείνη την εποχή.
Πώς αποφασίσετε να ασχοληθείτε με την Γεωλογία αλλά και πιο συγκεκριμένα μετά με τον κλάδο της ενέργειας και των υδρογονανθράκων;
Η επιλογή της Γεωλογίας δεν ήταν απόλυτα συνειδητή από την αρχή. Στο μυαλό μου είχα την εικόνα του μηχανικού, μου άρεσαν τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα, οι γέφυρες, τα φράγματα. Εντωμεταξύ πάντα μου προκαλούσε μία γοητεία η Μέση Ανατολή και σκεφτόμουν ότι κάποια στιγμή θα μπορούσα να συμμετάσχω σε κάποιο μεγάλο κατασκευαστικό έργο εκεί. Μέσα από τις συγκυρίες των Πανελληνίων ωστόσο μπήκα στο Γεωλογικό τμήμα, κι ενώ ξεκίνησα σχετικά επιφυλακτικά στη συνέχεια αγάπησα πραγματικά τη Γεωλογία. Διότι η επαφή με την επιστήμη της Γεωλογίας μου έδωσε πολύ γρήγορα την αίσθηση και κατανόηση πώς λειτουργεί το φυσικό περιβάλλον, πώς αλληλοεπιδρά με τον άνθρωπο. Κάτι το οποίο δεν με είχε προβληματίσει στο
παρελθόν, δεν το είχα αντιληφθεί. Ειδικά σε μία εποχή που οι φυσικές καταστροφές δημιούργησαν την ανάγκη τα τεχνικά έργα να έχουν πραγματικά σωστό σχεδιασμό. Εκεί είπα μέσα μου, «αυτό πραγματικά μου αρέσει πολύ!».
Η επαφή με τους υδρογονάνθρακες ήρθε αργότερα στην πορεία της επαγγελματικής μου εξέλιξης. Η επαφή αυτή ήταν καταλυτική, καθώς το επίπεδο της επιστημονικής γνώσης και των τεχνολογικών δυνατοτήτων αλλά και όλο το φάσμα και το εύρος των επιστημών που συνεργάζονται στον κλάδο των υδρογονανθράκων είναι κάτι το οποίο πραγματικά με συνεπήρε. Και εξακολουθώ μέχρι και σήμερα να είμαι το ίδιο ενθουσιασμένος με την ευρύτητα της σκέψης, την επιστημονική προσέγγιση και την τεχνολογία που σχετίζονται με το αντικείμενο.
Είναι ιδιαίτερα διεπιστημονικό το αντικείμενο των υδρογονανθράκων – αφορά σε πολλούς κλάδους της Γεωλογίας αλλά και άλλες επιστήμες, μέχρι την Τεχνητή Νοημοσύνη. Δεν φεύγει ποτέ από το προσκήνιο.
Όντως, είναι ελάχιστα πράγματα που δεν συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με τους υδρογονάνθρακες. Πρόκειται για μια τεράστια βιομηχανία, η οποία βρίσκει πολλές και διαφορετικές λύσεις και εφαρμογές.
Οπότε μπορεί πολύ εύκολα κάποιος να βρει κάτι το οποίο να του ταιριάζει, να τον συνεπαίρνει και να τον ενδιαφέρει. Και καθώς σήμερα βρισκόμαστε στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης είναι σαφές ότι πρέπει να μειώσουμε και να ελέγξουμε την εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου, ένα εκ των οποίων είναι το διοξείδιο του άνθρακα. Παρόλα αυτά είναι τόσο βαθιά εξαπλωμένος ο κλάδος των υδρογονανθράκων, έχει τόσες πολλές εφαρμογές στη ζωή μας και στην οικονομία που δεν είναι τελικά τόσο εύκολη ούτε απλή η μετάβαση. Σίγουρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα αέρια του θερμοκηπίου και πρέπει να βρεθούν λύσεις αλλά νομίζω θέλει έναν βαθύτερο σχεδιασμό και σκέψη για το πώς αυτό μπορεί να υλοποιηθεί.
Τι θα συμβουλεύετε έναν ή μία νέο γεωλόγο που θέλουν να κυνηγήσουν τα όνειρά τους;
Να το κάνουν! Είχα την χαρά, από σχετικά νωρίς στις σπουδές μου, να ζήσω όμορφες εμπειρίες, στο όριο του ονείρου. Για παράδειγμα, μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω στο ηφαίστειο Κιλαουέα στη Χαβάη. Είμαι από τους τυχερούς και είχα τη χαρά να βάλω το γεωλογικό μου σφυρί μέσα στη λάβα, στη φρέσκια λάβα. Γενικώς πιστεύω ότι δεν υπάρχει «δεν μπορώ» στη ζωή, υπάρχει μόνο «δεν θέλω». Για τα περισσότερα πράγματα, αν τα θέλεις πραγματικά, αν τολμήσεις να προχωρήσεις, αν είσαι διατεθειμένος να εργαστείς σκληρά και να κάνεις τις απαραίτητες θυσίες, τότε μπορείς να τα κατακτήσεις. Η συμβουλή μου είναι να επιδιώκεις να κάνεις αυτό που σου αρέσει, αυτό που σε ελκύει. Ζούμε σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, στην οποία όλα μεταβάλλονται πολύ γρήγορα. Αν δεν αγαπάς λοιπόν αυτό που κάνεις και δεν μπορείς να δώσεις το κάτι παραπάνω, να αφοσιωθείς σε αυτό, δεν θα ξεχωρίσεις. Συνεπώς, χωρίς καμία επιφύλαξη εάν τους αρέσει και το αγαπάνε να το τολμήσουν.
Το 2019 είχατε την τιμή να υπηρετήσετε ως επίτιμος πρόξενος της Ελλάδας στο Μπέργκεν της Νορβηγίας. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Νιώθω πολύ περήφανος για αυτήν την εξαιρετικά τιμητική θέση και για το γεγονός ότι μου ανέθεσαν αυτόν το ρόλο, παρόλο που η διάρκεια της θητείας μου ήταν σχετικά σύντομη, περίπου 2 χρόνια, καθώς διακόπηκε μετά από την πρόταση που δέχθηκα να επιστρέψω στην Ελλάδα για να αναλάβω την διεύθυνση της τότε ΕΔΕΥ (σημερινής ΕΔΕΥΕΠ). Όσοι έχουν ζήσει στο εξωτερικό, καταλαβαίνουν πόσο σημαντικό είναι να έχουν πρόσβαση σε ένα προξενικό γραφείο.
Πέρα από τις πρεσβείες που βρίσκονται στις πρωτεύουσες συνήθως, το να μπορείς να εξυπηρετηθείς χωρίς να χρειαστεί να πάρεις αεροπλάνο, να έχεις μία άμεση επαφή με ένα προξενικό γραφείο, διευκολύνει τη ζωή πάρα πολύ. Και δεν αφορά μόνο τους Έλληνες που έχουν μεταναστεύσει αλλά και ανθρώπους της χώρας στην οποία βρίσκεσαι, είτε γιατί θέλουν να επισκεφθούν την Ελλάδα, είτε γιατί ταξιδεύουν. Κατά την περίοδο εκείνη είχα την ευκαιρία να ζήσω ενδιαφέρουσες εμπειρίες. Είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό να μπορείς να συνεισφέρεις από τη θέση σου και να βοηθήσεις κάποιους συμπατριώτες σου ή ανθρώπους που θέλουν να επισκεφθούν την Ελλάδα.
Τι σας οδήγησε στη Νορβηγία και πώς συγκρίνετε τον τρόπο λειτουργίας του κλάδου της Ενέργειας και τον Υδρογονανθράκων εκεί με την Ελλάδα;
Η μετάβασή μου στη Νορβηγία ήταν κι αυτή με τη σειρά της αρκετά συγκυριακή. Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, έπεσε στην αντίληψή μου μια προκήρυξη υποτροφιών Marie Curie στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν. To συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο ήταν αναγνωρισμένο ως «Center of Excellence», κέντρο αριστείας δηλαδή, σε θέματα θαλάσσιας γεωλογίας, ιζηματολογίας και σεισμογραφικών ερευνών. Ο καθηγητής μου τότε είχε μιλήσει με ενθουσιασμό για τη Νορβηγία και ιδιαίτερα για τον κλάδο των υδρογονανθράκων, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να με ενδιαφέρει. Έκανα λοιπόν την αίτηση και μου δόθηκε η ευκαιρία να εργαστώ εκεί για περίπου έναν χρόνο. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου γνώρισα εξαιρετικούς ανθρώπους, με τους οποίους αργότερα συνεργάστηκα για τέσσερα ακόμη χρόνια.
Από εκείνη την ομάδα του Πανεπιστημίου του Μπέργκεν δημιουργήθηκε μία spin-off μικρή πετρελαϊκή εταιρεία με τεχνολογίες αιχμής, η οποία αργότερα εισήχθη και στο Χρηματιστήριο του Όσλο. Η ίδια αυτή ομάδα μου πρότεινε κάποια χρόνια αργότερα, ενώ εργαζόμουν αλλού, να επιστρέψω και να συνεργαστούμε πλέον επαγγελματικά.
Η Νορβηγία αποτέλεσε για μένα ένα καθοριστικό στάδιο στην εξέλιξή μου, τόσο επιστημονικά όσο και επαγγελματικά, κοινωνικά και προσωπικά. Με έκανε να επαναπροσδιορίσω τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμουν πολλά πράγματα, γιατί είναι μια χώρα που μοιάζει με την Ελλάδα σε αρκετά σημεία. Έχει τεράστια ακτογραμμή με τα φιορδ, είναι ορεινή, έχει ανεπτυγμένη ναυτιλία και φυσικό πλούτο. Παρά τα κοινά μας όμως στη Νορβηγία προσεγγίζουν τις καταστάσεις με πολύ διαφορετικό τρόπο. Από αυτή τη διαφορά προσέγγισης μπορούμε να αντλήσουμε σημαντικά διδάγματα και να προσαρμόσουμε ορισμένες καλές πρακτικές στα δικά μας δεδομένα. Όσον αφορά στον κλάδο των υδρογονανθράκων, η Νορβηγία θεωρείται παγκοσμίως το πιο επιτυχημένο παράδειγμα αξιοποίησης φυσικού πλούτου προς όφελος της κοινωνίας. Καταφέρνουν να διαχειρίζονται τα ενεργειακά τους αποθέματα με υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής ευαισθησίας, επιτυγχάνοντας τη χρυσή τομή: αξιοποίηση των φυσικών πόρων με σεβασμό στο περιβάλλον και μέγιστη επιστροφή του οφέλους στην κοινωνία.
Ως διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) ποιες είναι οι βασικές προτεραιότητές σας για τη διαχείριση των υδρογονανθράκων και την ενεργειακή μετάβαση στην Ελλάδα;
Πρόκειται για τον πυρήνα όσων κάνουμε στην ΕΔΕΥΕΠ σε καθημερινή βάση. Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει στρέψει το ενδιαφέρον της στην εξερεύνηση υδρογονανθράκων σε απομακρυσμένες περιοχές, σε μεγάλα θαλάσσια βάθη, σε περιοχές δηλαδή που γενικότερα μέχρι πρότινος δεν είχαν εξερευνηθεί. Ο στόχος είναι να διαπιστωθεί αν υπάρχουν οικονομικά απολήψιμα κοιτάσματα, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο σημερινό ενεργειακό πλαίσιο. Κι αυτό γιατί, αυτή τη στιγμή μία από τις διαστάσεις της ενεργειακής μετάβασης για την
Ευρώπη εκτός από το περιβάλλον, το οποίο είναι το πρωταρχικό, είναι η διάσταση της ενεργειακής της ανεξαρτησίας. Φυσικά υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες είχαν υδρογονάνθρακες, όμως η πολυετής εκμετάλλευσή τους έχει οδηγήσει σχεδόν στην εξάντληση των αντίστοιχων κοιτασμάτων. Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις τελευταίες περιοχές της Ευρώπης που δεν έχει εξερευνηθεί. Ενδεχομένως λοιπόν να διαθέτει στο υπέδαφός της σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου, τα οποία είναι κρίσιμα για την ενεργειακή μετάβαση, για την επιτυχημένη και οικονομικά ανεκτή ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης αλλά προφανώς και της Ελλάδας. Οι υδρογονάνθρακες συνιστούν επομένως μία πολύ σημαντική παράμετρο
στα ενεργειακά μας. Το 2022 κάναμε μια εκτίμηση κοιτώντας τα στοιχεία που διαθέταμε και με συντηρητικές παραδοχές προέκυψε ότι ακόμα και ένα μέρος αυτών των κοιτασμάτων μόνο να επιβεβαιωθεί, θα μπορούσαμε να υπερκαλύψουμε τις εθνικές μας ανάγκες. Είμαστε άλλωστε μία μικρή χώρα, χωρίς τεράστια κατανάλωση. Υπάρχουν λοιπόν στόχοι που φαίνονται δυνητικά πολύ σημαντικοί έως και world class.
Στην παρούσα φάση είναι εξαιρετικά σημαντικό να μείνουμε προσηλωμένοι σε αυτήν την προσπάθεια. Αναγνωρίζεται διεθνώς πλέον ότι θα χρειαστούμε κάθε μορφής ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Και η στροφή ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο, το οποίο είναι η πιο καθαρή μορφή ενέργειας σε σχέση με τα υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα, νομίζω θα μπορούσε να ενισχύσει και οικονομικά την προσπάθεια της μετάβασης αλλά και να προσδώσει
στην Ελλάδα μεγαλύτερη περιφερειακή σημασία και επιρροή. Συνεπώς, δουλεύουμε εντατικά σε αυτήν την κατεύθυνση. Είμαστε πολύ χαρούμενοι με την πρόσφατη εκδήλωση ενδιαφέροντος για έρευνα υδρογονανθράκων σε νέες περιοχές από τη Chevron. Μετά την παρουσία της ExxonMobil, της HELLENiQ ENERGY και της Energean, το να έρθει και η Chevron στην Ελλάδα ενισχύει πάρα πολύ τις προοπτικές να έχουμε επιτυχία στην προσπάθεια αυτή. Και δίνουμε πλέον βάρος στην εκτέλεση του διεθνούς διαγωνισμού, ώστε να περάσουμε το συντομότερο δυνατό στις νέες παραχωρήσεις, με τους ίδιους ταχείς ρυθμούς που έχουμε ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια με τις έρευνες.
Ποια είναι η γνώμη όπως για τον ρόλο της Ελλάδας στο ενεργειακό τοπίο της Ευρώπης και αν θα μπορούσε να γίνει κόμβος για τη μετάβαση της πράσινης ενέργειας;
Προανέφερα ότι ενδεχομένως η Ελλάδα να είναι μια από τις τελευταίες περιοχές στην Ευρώπη που διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα. Εάν πράγματι διαθέτουμε αυτά τα σημαντικά κοιτάσματα είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί. Επίσης, η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης είναι σε ένα σημείο που ενώνει διαφορετικές ηπείρους. Η παρουσία συνεπώς κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να προσδώσει παραγωγικές δυνατότητες στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα να λειτουργήσει ως διαμετακομιστικός ενεργειακός κόμβος αλλά και ως
εξαγωγέας ενέργειας προς την «διψασμένη» ευρωπαϊκή αγορά.
Και πέρα από τους υδρογονάνθρακες, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα, έχει έναν τεράστιο φυσικό πλούτο σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έχουμε ηλιοφάνεια, ενώ στο Αιγαίο πέλαγος το δυναμικό της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας είναι το πλέον ανταγωνιστικό στην κεντρική Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Συνεπώς, ειλικρινά το πιστεύω ότι η Ελλάδα στη συγκυρία αυτή της ενεργειακής μετάβασης, η οποία χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να είναι φιλική προς το περιβάλλον όσο περισσότερο γίνεται, έρχεται με ξεκάθαρα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ξεκινώντας από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θεωρώ ότι αν εντοπιστούν και τα πολυπόθητα κοιτάσματα φυσικού αερίου αυτό θα μπορούσε να κάνει τη μεγάλη διαφορά. Με τον τρόπο αυτό θα καταστούμε ενεργειακός κόμβος παραγωγής και εξαγωγής ενέργειας στις γειτονικές χώρες.
Επιπλέον, ως προς τη βιωσιμότητα και την ενεργειακή μετάβαση, η τρίτη από τις δράσεις και αρμοδιότητες της ΕΔΕΥΕΠ είναι ο κλάδος του CCS, η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε υπόγειες αποθήκες. Ο κλάδος αυτός δεν είναι ούτε τυχαίος ούτε συγκυριακός αλλά πρόκειται για μία πραγματικά στρατηγική επιλογή. Η αναγκαία παράταση της χρήσης των υδρογονανθράκων δεν μας αφήνει αδιάφορους απέναντι στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Το αντίθετο, γι’ αυτό και δημιουργούμε τις απαραίτητες υποδομές με έργα CCS που αφαιρούν CO₂ από τις ρυπογόνες βιομηχανίες που δεν έχουν εναλλακτική λύση (αλλά και πιθανόν στο μέλλον κατευθείαν από την ατμόσφαιρα) για να αποθηκευτεί γεωλογικά στο υπέδαφος. Άρα είναι και αυτή μια πρωτοβουλία και ένα σύνολο έργων που έρχονται και συμπληρώνουν τη βιώσιμη διαχείριση του ενεργειακού μας ορυκτού πλούτου, ενδυναμώνοντας τις προοπτικές της χώρας.
Έτσι κλείνει και ο κύκλος του διοξειδίου του άνθρακα που επιστρέφει στους γεωλογικούς σχηματισμούς από τους οποίους εξορύχθηκε.
Ακριβώς!
Πηγή: Περιοδικό @up, τεύχος 24
O Δρ. Αριστοφάνης (Άρης) Στεφάτος είναι απόφοιτος του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, από όπου κατέχει πτυχίο στη Γεωλογία, μεταπτυχιακό δίπλωμα στην Περιβαλλοντική Ωκεανογραφία και διδακτορικό (PhD) στη Γεωλογία και τη Γεωφυσική. Όλες του οι σπουδές στο δημόσιο ελληνικό Πανεπιστήμιο, όπως μας τόνισε. Τα τελευταία 20 χρόνια εργάζεται
σε υψηλόβαθμες θέσεις στον κλάδο της Ενέργειας και των Υδρογονανθράκων στη Νορβηγία και στην Ελλάδα, ενώ έχει διατελέσει ιδρυτικό μέλος πέντε νορβηγικών εταιρειών με δραστηριότητα στον ευρύτερο κλάδο της Ενέργειας.
Από τον Ιούλιο του 2020 υπηρετεί ως Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) που είναι αρμόδια για τον σχεδιασμό, την αδειοδότηση και τη διαχείριση κομβικών ενεργειακών πόρων και τεχνολογιών που θα συμβάλλουν στη μετάβαση της Ελλάδας σε ένα στιβαρό και βιώσιμο ενεργειακό σύστημα.
Ως απόφοιτος του Πανεπιστημίου Πατρών, ποιες στιγμές από τη διάρκεια των σπουδών σας ξεχωρίζετε;
Από τις πιο ξεχωριστές στιγμές υπήρξε η πρώτη φορά που συμμετείχα σε θαλάσσια γεωλογική έρευνα. Αυτό το οποίο την έκανε πολύ ιδιαίτερη στιγμή ήταν το ότι εκείνη την εποχή, με την ομάδα των καθηγητών κ. Γ. Φερεντίνου και κ. Γ. Παπαθεοδώρου, πήραμε μία μεταλλική μηχανότρατα τύπου Liberty και την μετατρέψαμε σε ωκεανογραφικό σκάφος, εξοπλίζοντάς την με συσκευές υψηλής τεχνολογίας χαρτογράφησης πυθμένα. Η όλη διαδικασία με γέμισε ικανοποίηση γιατί χρειάστηκε να κάνουμε όλη αυτή τη δουλειά μόνοι μας και ήταν πολύ εντυπωσιακό το πώς από ένα αλιευτικό σκάφος ξαφνικά είχαμε ένα μικρό ωκεανογραφικό! Η εμπειρία αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές με την ομάδα αυτή σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και έφτασε μέχρι και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου χαρτογραφούσαμε για λογαριασμό της γαλλικής αρχαιολογικής αποστολής την παράκτια ζώνη της Αλεξάνδρειας, αναζητώντας τα βυθισμένα ανάκτορα της Κλεοπάτρας. Αυτό έδωσε και μια διεθνή διάσταση στις ερευνητικές δραστηριότητες που είχαμε εκείνη την εποχή.
Πώς αποφασίσετε να ασχοληθείτε με την Γεωλογία αλλά και πιο συγκεκριμένα μετά με τον κλάδο της ενέργειας και των υδρογονανθράκων;
Η επιλογή της Γεωλογίας δεν ήταν απόλυτα συνειδητή από την αρχή. Στο μυαλό μου είχα την εικόνα του μηχανικού, μου άρεσαν τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα, οι γέφυρες, τα φράγματα. Εντωμεταξύ πάντα μου προκαλούσε μία γοητεία η Μέση Ανατολή και σκεφτόμουν ότι κάποια στιγμή θα μπορούσα να συμμετάσχω σε κάποιο μεγάλο κατασκευαστικό έργο εκεί. Μέσα από τις συγκυρίες των Πανελληνίων ωστόσο μπήκα στο Γεωλογικό τμήμα, κι ενώ ξεκίνησα σχετικά επιφυλακτικά στη συνέχεια αγάπησα πραγματικά τη Γεωλογία. Διότι η επαφή με την επιστήμη της Γεωλογίας μου έδωσε πολύ γρήγορα την αίσθηση και κατανόηση πώς λειτουργεί το φυσικό περιβάλλον, πώς αλληλοεπιδρά με τον άνθρωπο. Κάτι το οποίο δεν με είχε προβληματίσει στο
παρελθόν, δεν το είχα αντιληφθεί. Ειδικά σε μία εποχή που οι φυσικές καταστροφές δημιούργησαν την ανάγκη τα τεχνικά έργα να έχουν πραγματικά σωστό σχεδιασμό. Εκεί είπα μέσα μου, «αυτό πραγματικά μου αρέσει πολύ!».
Η επαφή με τους υδρογονάνθρακες ήρθε αργότερα στην πορεία της επαγγελματικής μου εξέλιξης. Η επαφή αυτή ήταν καταλυτική, καθώς το επίπεδο της επιστημονικής γνώσης και των τεχνολογικών δυνατοτήτων αλλά και όλο το φάσμα και το εύρος των επιστημών που συνεργάζονται στον κλάδο των υδρογονανθράκων είναι κάτι το οποίο πραγματικά με συνεπήρε. Και εξακολουθώ μέχρι και σήμερα να είμαι το ίδιο ενθουσιασμένος με την ευρύτητα της σκέψης, την επιστημονική προσέγγιση και την τεχνολογία που σχετίζονται με το αντικείμενο.
Είναι ιδιαίτερα διεπιστημονικό το αντικείμενο των υδρογονανθράκων – αφορά σε πολλούς κλάδους της Γεωλογίας αλλά και άλλες επιστήμες, μέχρι την Τεχνητή Νοημοσύνη. Δεν φεύγει ποτέ από το προσκήνιο.
Όντως, είναι ελάχιστα πράγματα που δεν συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με τους υδρογονάνθρακες. Πρόκειται για μια τεράστια βιομηχανία, η οποία βρίσκει πολλές και διαφορετικές λύσεις και εφαρμογές.
Οπότε μπορεί πολύ εύκολα κάποιος να βρει κάτι το οποίο να του ταιριάζει, να τον συνεπαίρνει και να τον ενδιαφέρει. Και καθώς σήμερα βρισκόμαστε στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης είναι σαφές ότι πρέπει να μειώσουμε και να ελέγξουμε την εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου, ένα εκ των οποίων είναι το διοξείδιο του άνθρακα. Παρόλα αυτά είναι τόσο βαθιά εξαπλωμένος ο κλάδος των υδρογονανθράκων, έχει τόσες πολλές εφαρμογές στη ζωή μας και στην οικονομία που δεν είναι τελικά τόσο εύκολη ούτε απλή η μετάβαση. Σίγουρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα αέρια του θερμοκηπίου και πρέπει να βρεθούν λύσεις αλλά νομίζω θέλει έναν βαθύτερο σχεδιασμό και σκέψη για το πώς αυτό μπορεί να υλοποιηθεί.
Τι θα συμβουλεύετε έναν ή μία νέο γεωλόγο που θέλουν να κυνηγήσουν τα όνειρά τους;
Να το κάνουν! Είχα την χαρά, από σχετικά νωρίς στις σπουδές μου, να ζήσω όμορφες εμπειρίες, στο όριο του ονείρου. Για παράδειγμα, μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω στο ηφαίστειο Κιλαουέα στη Χαβάη. Είμαι από τους τυχερούς και είχα τη χαρά να βάλω το γεωλογικό μου σφυρί μέσα στη λάβα, στη φρέσκια λάβα. Γενικώς πιστεύω ότι δεν υπάρχει «δεν μπορώ» στη ζωή, υπάρχει μόνο «δεν θέλω». Για τα περισσότερα πράγματα, αν τα θέλεις πραγματικά, αν τολμήσεις να προχωρήσεις, αν είσαι διατεθειμένος να εργαστείς σκληρά και να κάνεις τις απαραίτητες θυσίες, τότε μπορείς να τα κατακτήσεις. Η συμβουλή μου είναι να επιδιώκεις να κάνεις αυτό που σου αρέσει, αυτό που σε ελκύει. Ζούμε σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, στην οποία όλα μεταβάλλονται πολύ γρήγορα. Αν δεν αγαπάς λοιπόν αυτό που κάνεις και δεν μπορείς να δώσεις το κάτι παραπάνω, να αφοσιωθείς σε αυτό, δεν θα ξεχωρίσεις. Συνεπώς, χωρίς καμία επιφύλαξη εάν τους αρέσει και το αγαπάνε να το τολμήσουν.
Το 2019 είχατε την τιμή να υπηρετήσετε ως επίτιμος πρόξενος της Ελλάδας στο Μπέργκεν της Νορβηγίας. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Νιώθω πολύ περήφανος για αυτήν την εξαιρετικά τιμητική θέση και για το γεγονός ότι μου ανέθεσαν αυτόν το ρόλο, παρόλο που η διάρκεια της θητείας μου ήταν σχετικά σύντομη, περίπου 2 χρόνια, καθώς διακόπηκε μετά από την πρόταση που δέχθηκα να επιστρέψω στην Ελλάδα για να αναλάβω την διεύθυνση της τότε ΕΔΕΥ (σημερινής ΕΔΕΥΕΠ). Όσοι έχουν ζήσει στο εξωτερικό, καταλαβαίνουν πόσο σημαντικό είναι να έχουν πρόσβαση σε ένα προξενικό γραφείο.
Πέρα από τις πρεσβείες που βρίσκονται στις πρωτεύουσες συνήθως, το να μπορείς να εξυπηρετηθείς χωρίς να χρειαστεί να πάρεις αεροπλάνο, να έχεις μία άμεση επαφή με ένα προξενικό γραφείο, διευκολύνει τη ζωή πάρα πολύ. Και δεν αφορά μόνο τους Έλληνες που έχουν μεταναστεύσει αλλά και ανθρώπους της χώρας στην οποία βρίσκεσαι, είτε γιατί θέλουν να επισκεφθούν την Ελλάδα, είτε γιατί ταξιδεύουν. Κατά την περίοδο εκείνη είχα την ευκαιρία να ζήσω ενδιαφέρουσες εμπειρίες. Είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό να μπορείς να συνεισφέρεις από τη θέση σου και να βοηθήσεις κάποιους συμπατριώτες σου ή ανθρώπους που θέλουν να επισκεφθούν την Ελλάδα.
Τι σας οδήγησε στη Νορβηγία και πώς συγκρίνετε τον τρόπο λειτουργίας του κλάδου της Ενέργειας και τον Υδρογονανθράκων εκεί με την Ελλάδα;
Η μετάβασή μου στη Νορβηγία ήταν κι αυτή με τη σειρά της αρκετά συγκυριακή. Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, έπεσε στην αντίληψή μου μια προκήρυξη υποτροφιών Marie Curie στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν. To συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο ήταν αναγνωρισμένο ως «Center of Excellence», κέντρο αριστείας δηλαδή, σε θέματα θαλάσσιας γεωλογίας, ιζηματολογίας και σεισμογραφικών ερευνών. Ο καθηγητής μου τότε είχε μιλήσει με ενθουσιασμό για τη Νορβηγία και ιδιαίτερα για τον κλάδο των υδρογονανθράκων, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να με ενδιαφέρει. Έκανα λοιπόν την αίτηση και μου δόθηκε η ευκαιρία να εργαστώ εκεί για περίπου έναν χρόνο. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου γνώρισα εξαιρετικούς ανθρώπους, με τους οποίους αργότερα συνεργάστηκα για τέσσερα ακόμη χρόνια.
Από εκείνη την ομάδα του Πανεπιστημίου του Μπέργκεν δημιουργήθηκε μία spin-off μικρή πετρελαϊκή εταιρεία με τεχνολογίες αιχμής, η οποία αργότερα εισήχθη και στο Χρηματιστήριο του Όσλο. Η ίδια αυτή ομάδα μου πρότεινε κάποια χρόνια αργότερα, ενώ εργαζόμουν αλλού, να επιστρέψω και να συνεργαστούμε πλέον επαγγελματικά.
Η Νορβηγία αποτέλεσε για μένα ένα καθοριστικό στάδιο στην εξέλιξή μου, τόσο επιστημονικά όσο και επαγγελματικά, κοινωνικά και προσωπικά. Με έκανε να επαναπροσδιορίσω τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμουν πολλά πράγματα, γιατί είναι μια χώρα που μοιάζει με την Ελλάδα σε αρκετά σημεία. Έχει τεράστια ακτογραμμή με τα φιορδ, είναι ορεινή, έχει ανεπτυγμένη ναυτιλία και φυσικό πλούτο. Παρά τα κοινά μας όμως στη Νορβηγία προσεγγίζουν τις καταστάσεις με πολύ διαφορετικό τρόπο. Από αυτή τη διαφορά προσέγγισης μπορούμε να αντλήσουμε σημαντικά διδάγματα και να προσαρμόσουμε ορισμένες καλές πρακτικές στα δικά μας δεδομένα. Όσον αφορά στον κλάδο των υδρογονανθράκων, η Νορβηγία θεωρείται παγκοσμίως το πιο επιτυχημένο παράδειγμα αξιοποίησης φυσικού πλούτου προς όφελος της κοινωνίας. Καταφέρνουν να διαχειρίζονται τα ενεργειακά τους αποθέματα με υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής ευαισθησίας, επιτυγχάνοντας τη χρυσή τομή: αξιοποίηση των φυσικών πόρων με σεβασμό στο περιβάλλον και μέγιστη επιστροφή του οφέλους στην κοινωνία.
Ως διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) ποιες είναι οι βασικές προτεραιότητές σας για τη διαχείριση των υδρογονανθράκων και την ενεργειακή μετάβαση στην Ελλάδα;
Πρόκειται για τον πυρήνα όσων κάνουμε στην ΕΔΕΥΕΠ σε καθημερινή βάση. Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει στρέψει το ενδιαφέρον της στην εξερεύνηση υδρογονανθράκων σε απομακρυσμένες περιοχές, σε μεγάλα θαλάσσια βάθη, σε περιοχές δηλαδή που γενικότερα μέχρι πρότινος δεν είχαν εξερευνηθεί. Ο στόχος είναι να διαπιστωθεί αν υπάρχουν οικονομικά απολήψιμα κοιτάσματα, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο σημερινό ενεργειακό πλαίσιο. Κι αυτό γιατί, αυτή τη στιγμή μία από τις διαστάσεις της ενεργειακής μετάβασης για την
Ευρώπη εκτός από το περιβάλλον, το οποίο είναι το πρωταρχικό, είναι η διάσταση της ενεργειακής της ανεξαρτησίας. Φυσικά υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες είχαν υδρογονάνθρακες, όμως η πολυετής εκμετάλλευσή τους έχει οδηγήσει σχεδόν στην εξάντληση των αντίστοιχων κοιτασμάτων. Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις τελευταίες περιοχές της Ευρώπης που δεν έχει εξερευνηθεί. Ενδεχομένως λοιπόν να διαθέτει στο υπέδαφός της σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου, τα οποία είναι κρίσιμα για την ενεργειακή μετάβαση, για την επιτυχημένη και οικονομικά ανεκτή ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης αλλά προφανώς και της Ελλάδας. Οι υδρογονάνθρακες συνιστούν επομένως μία πολύ σημαντική παράμετρο
στα ενεργειακά μας. Το 2022 κάναμε μια εκτίμηση κοιτώντας τα στοιχεία που διαθέταμε και με συντηρητικές παραδοχές προέκυψε ότι ακόμα και ένα μέρος αυτών των κοιτασμάτων μόνο να επιβεβαιωθεί, θα μπορούσαμε να υπερκαλύψουμε τις εθνικές μας ανάγκες. Είμαστε άλλωστε μία μικρή χώρα, χωρίς τεράστια κατανάλωση. Υπάρχουν λοιπόν στόχοι που φαίνονται δυνητικά πολύ σημαντικοί έως και world class.
Στην παρούσα φάση είναι εξαιρετικά σημαντικό να μείνουμε προσηλωμένοι σε αυτήν την προσπάθεια. Αναγνωρίζεται διεθνώς πλέον ότι θα χρειαστούμε κάθε μορφής ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Και η στροφή ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο, το οποίο είναι η πιο καθαρή μορφή ενέργειας σε σχέση με τα υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα, νομίζω θα μπορούσε να ενισχύσει και οικονομικά την προσπάθεια της μετάβασης αλλά και να προσδώσει
στην Ελλάδα μεγαλύτερη περιφερειακή σημασία και επιρροή. Συνεπώς, δουλεύουμε εντατικά σε αυτήν την κατεύθυνση. Είμαστε πολύ χαρούμενοι με την πρόσφατη εκδήλωση ενδιαφέροντος για έρευνα υδρογονανθράκων σε νέες περιοχές από τη Chevron. Μετά την παρουσία της ExxonMobil, της HELLENiQ ENERGY και της Energean, το να έρθει και η Chevron στην Ελλάδα ενισχύει πάρα πολύ τις προοπτικές να έχουμε επιτυχία στην προσπάθεια αυτή. Και δίνουμε πλέον βάρος στην εκτέλεση του διεθνούς διαγωνισμού, ώστε να περάσουμε το συντομότερο δυνατό στις νέες παραχωρήσεις, με τους ίδιους ταχείς ρυθμούς που έχουμε ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια με τις έρευνες.
Ποια είναι η γνώμη όπως για τον ρόλο της Ελλάδας στο ενεργειακό τοπίο της Ευρώπης και αν θα μπορούσε να γίνει κόμβος για τη μετάβαση της πράσινης ενέργειας;
Προανέφερα ότι ενδεχομένως η Ελλάδα να είναι μια από τις τελευταίες περιοχές στην Ευρώπη που διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα. Εάν πράγματι διαθέτουμε αυτά τα σημαντικά κοιτάσματα είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί. Επίσης, η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης είναι σε ένα σημείο που ενώνει διαφορετικές ηπείρους. Η παρουσία συνεπώς κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να προσδώσει παραγωγικές δυνατότητες στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα να λειτουργήσει ως διαμετακομιστικός ενεργειακός κόμβος αλλά και ως
εξαγωγέας ενέργειας προς την «διψασμένη» ευρωπαϊκή αγορά.
Και πέρα από τους υδρογονάνθρακες, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα, έχει έναν τεράστιο φυσικό πλούτο σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έχουμε ηλιοφάνεια, ενώ στο Αιγαίο πέλαγος το δυναμικό της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας είναι το πλέον ανταγωνιστικό στην κεντρική Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Συνεπώς, ειλικρινά το πιστεύω ότι η Ελλάδα στη συγκυρία αυτή της ενεργειακής μετάβασης, η οποία χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να είναι φιλική προς το περιβάλλον όσο περισσότερο γίνεται, έρχεται με ξεκάθαρα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ξεκινώντας από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θεωρώ ότι αν εντοπιστούν και τα πολυπόθητα κοιτάσματα φυσικού αερίου αυτό θα μπορούσε να κάνει τη μεγάλη διαφορά. Με τον τρόπο αυτό θα καταστούμε ενεργειακός κόμβος παραγωγής και εξαγωγής ενέργειας στις γειτονικές χώρες.
Επιπλέον, ως προς τη βιωσιμότητα και την ενεργειακή μετάβαση, η τρίτη από τις δράσεις και αρμοδιότητες της ΕΔΕΥΕΠ είναι ο κλάδος του CCS, η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε υπόγειες αποθήκες. Ο κλάδος αυτός δεν είναι ούτε τυχαίος ούτε συγκυριακός αλλά πρόκειται για μία πραγματικά στρατηγική επιλογή. Η αναγκαία παράταση της χρήσης των υδρογονανθράκων δεν μας αφήνει αδιάφορους απέναντι στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Το αντίθετο, γι’ αυτό και δημιουργούμε τις απαραίτητες υποδομές με έργα CCS που αφαιρούν CO₂ από τις ρυπογόνες βιομηχανίες που δεν έχουν εναλλακτική λύση (αλλά και πιθανόν στο μέλλον κατευθείαν από την ατμόσφαιρα) για να αποθηκευτεί γεωλογικά στο υπέδαφος. Άρα είναι και αυτή μια πρωτοβουλία και ένα σύνολο έργων που έρχονται και συμπληρώνουν τη βιώσιμη διαχείριση του ενεργειακού μας ορυκτού πλούτου, ενδυναμώνοντας τις προοπτικές της χώρας.
Έτσι κλείνει και ο κύκλος του διοξειδίου του άνθρακα που επιστρέφει στους γεωλογικούς σχηματισμούς από τους οποίους εξορύχθηκε.
Ακριβώς!
Πηγή: Περιοδικό @up, τεύχος 24
